Τρίτη 10 Μαΐου 2011

Ο "επικίνδυνος" Ρασούλης και τα κροκοδείλια δάκρυα.

Αντιγράφω από το blog του Κώστα Καβαθά, το παρακάτω άρθρο γραμμένο από τον Σωκράτη Παπαχατζή, έναν έως τώρα άγνωστο σε μένα άνθρωπο που με χαρά γνωρίζω μέσα από τα γραπτά του.


ΑΠΟΕΝΟΧΟΠΟΙΗΣΗ - ΕΠΑΝΑΧΟΥΝΤΟΠΟΙΗΣΗ

kavvathas | 10/05/2011 at 12:24 | Κατηγορίες: Killing Joke | URL: http://wp.me/pLCvN-1WR


Batman as he was depicted in Batman: The Anima...
Τα προβεβλημένα από την τηλεόραση στεφάνια «επωνύμων» στην κηδεία του Ρασούλη, είχαν κάτι σουρεαλιστικά σαρκαστικό, σαδιστικό θα έλεγα. Κάτι που θύμιζε τη φράση του Jocker από το πρώτο Batman: [«I’m glad you’re dead!»]. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς τις ταλαιπωρίες στις οποίες είχαν υποβάλλει τον άνθρωπο τα μέλη μιας συγκεκριμένης κάστας, καλλιτεχνών και παρατρεχαμένων, για να καταλάβει τι εννοώ.
Θα’ λεγε  κανείς ότι η στιγμή που διάλεξε να εγκαταλείψει τα εγκόσμια δεν ήταν τυχαία. Όπως άλλωστε σημείωνε  στην αυτοβιογραφία του, 4 χρόνια πριν: «ο βασικός κύκλος  του  νεοελληνικού  πολιτισμού κλείνει, μαζί με τον βασικό κύκλο του νεοελληνικού έθνους». Και ο Ρασούλης  ήταν φιγούρα μοιραία για τον πολιτισμό ενός έθνους [με συγχωρείτε κύριοι Hobsbawm, …Βερέμη, Τατσόπουλε] που, μαζί του, ως φαίνεται, κλείνει πραγματικά τον κύκλο του.
Για κάποιους από μας, στα τέλη των ‘70s δεν υπήρχε περίπτωση να προκύψει κάτι σοβαρό από το ελληνικό τραγούδι. Ήμασταν παιδιά, τρελλαμένα με όσα συνέβαιναν σε Αμερική και Ευρώπη, απομακρυνόμασταν με ταχύτητες «νέας τεχνολογίας» από μια χώρα που εξακολουθούσε να βογγά στις αρένες της μεταπολίτευσης...  Τίποτα δεν υπήρχε πέρα από έναν Σαββόπουλο που, στους Αχαρνής, αντικατόπτριζε τη δική μας δυσφορία για το πολιτισμικό σκηνικό «αυτού του τόπου». Ο Ρασούλης συμμετείχε  σ’ εκείνο τον δίσκο. Και ήταν η παρουσία του Σαββόπουλου ως παραγωγού της Εκδίκησης της Γυφτιάς [θυμάμαι το θερμό σημείωμά του στο εξώφυλλο]  που μας έβαζε σε υποψίες ότι κάτι έτρεχε. Ακούγοντάς το, ένιωσα πόσο κακόπιστος ήταν ένας, τότε, φίλος, «ορίζοντας» την παρέα των Ρασούλη – Ξυδάκη – Παπάζογλου σαν ...Κνίτες που  έκαναν την υπέρβαση.
Αυτό που αποκαλυπτόταν στα δικά μου αυτιά ήταν ένας άλλος κόσμος: Λόγος ζωντανός και παιγνιώδης στη  στοχαστικότητά του, μελωδικός πλούτος που δεν έμελλε να ξανακούσω σε μουσική του Ξυδάκη, ένας μεγάλος τραγουδιστής στο πρόσωπο του Νίκου Παπάζογλου, παλμός και ηχητική άποψη ενήμερη μιας κάποιας ροκ παράδοσης. Το χυμώδες ιδίωμα πήρε τη θέση του για χρόνια στην καρδιά της «φοιτητικής διασκέδασης». Το ότι «εμείς» δεν  πολυσυμμετείχαμε σ’ αυτήν είναι άσχετο. Επρόκειτο για ανέλπιστη διέξοδο από τα αγωνιστικά τροπάρια των υπεραναπληρωμένων ραγιάδων...
...Οι οποίοι παρεμπιπτόντως, έφταναν με γοργό βηματισμό στην εξουσία. 
Η επέλαση  της Αλλαγής έγινε υπό το σύνθημα «Απ’ το λαό, για το λαό, με το λαό».  Όμως αυτό ήταν για …λαϊκή κατανάλωση. Το αληθινό  σύνθημα ήταν άλλο και ψυθιριζόταν από στόμα σε στόμα: «Αποενοχοποίηση  τώρα».
Δεν επρόκειτο για την αποενοχοποίηση της αριστεράς, κι ας πέρασαν στο προσκήνιο οι «αφηγήσεις» της [ανδρωμένοι στα  πανεπιστήμια  της περιόδου είναι οι σημερινοί ακαδημαϊκοί ταγοί της ...αποδομητικής παγκοσμιοποίησης]. Άλλωστε η εκδικητική  μανία της αριστεράς εναντίον ενός κόμματος που εγκλώβισε κόσμο σφετεριζόμενο δικά της συνθήματα, θα εκφραζόταν αργότερα με το «βρώμικο ‘89». 
Επρόκειτο  για την αποενοχοποίηση του πιο χυδαίου ατομικισμού. Η υλοποίησή του concept ακολουθεί ποικίλες διαδρομές, από την θεσμοθετημένη διασπάθιση ευρωπαϊκών πακέτων και δημοσίου χρήματος*, μέχρι τα σεμινάρια λαϊκής επιμόρφωσης των Τερζόπουλου - Κωστόπουλου [τα «in και out», τα «πιο hot παρά ποτέ», τα «30 πράγματα που πρέπει να έχεις κάνει πριν κλείσεις τα 30»],  φτάνοντας στην κουλτούρα της ιδιωτικής ραδιοφωνίας και το «να ‘στε καλά ότι κι αν κάνετε».
Όλο αυτό το συνοθύλευμα δεν μπορούσε παρά να έχει μια ...αποενοχοποιημένα λούμπεν μουσική για soundtrack, δίκην βγαλσίματος της γλώσσας  στη  σοβαροφάνεια της προηγούμενης περιόδου. Υπό συνθήκες  όπως αυτές, το σκυλάδικο γίνεται εθνική ιδεολογία, κλέβοντας κάτι από τη ρητορεία με την οποία ο κύκλος Ρασούλη είχε συνοδεύσει την αποενοχοποίηση του Καζαντζίδη. Η κρίσιμη μάχη που χάθηκε τελικά στα ‘80s ήταν μεταξύ μιας Ρασούλειας, λαϊκής ιδέας για την «ελληνική διασκέδαση» και μιας διελκυστίνδας που μέσα από Μαργαρίτηδες και Χριστοδουλόπουλους θα οδηγούσε στο «όλα  τα μωρά στην πίστα» και την μετακένωση του πνεύματος του Τόλη Βοσκόπουλου στο πρόσωπο του Λευτέρη Πανταζή. Με τον θρίαμβο του τελευταίου, η επαναχουντοποίηση  του  «λαϊκού τραγουδιού» ήταν συντελεσμένη.
Ταυτόχρονα  ο Ρασούλης γίνεται όλο και πιο αντιπαθής στο κύκλωμα  που καθόριζε τις εξελίξεις, συμφέρον έχοντας την μετατροπή του ελληνικού τραγουδιού σε one man show, παράσταση που περιστρέφεται γύρω από τον τραγουδιστή – λαϊκό ήρωα, με τους δημιουργούς υποβαθμισμένους σε δορυφόρους – υπηρέτες του. 
Ο Ρασούλης  δεν ήταν άνθρωπος που θα καθόταν σιωπηλός μπροστά σε ένα τέτοιο σενάριο.  Είπε πολλά,  και το πλήρωσε, με ...μη εθελούσια έξοδο.  Όχι  από τη σκηνή βεβαίως. Τα περί «μοναξιάς» που λέχθηκαν  και γράφτηκαν ανήκουν στο χώρο του fiction. Οι μοναχικές στιγμές ήταν επιλογή του και, δεν επρόκειτο  για τη μοναξιά του απόκληρου, αλλά του διαλογιστή. Δεν  έπαψε να έχει ένα μεγάλο κύκλο φίλων, κι ένα κοινό έτοιμο να τον ακούσει. Αν  έχασε κάτι, ήταν τα φώτα μιας δημοσιότητας ευρύτερης, όπως εκείνη που είχε στο ξεκίνημα, και δικαιωματικά του ανήκε. Γνωρίζοντας ποιοι ρυθμίζουν τα φώτα της, συνειδητοποιούμε ότι ο λόγος που του άξιζε αυτή η δημοσιότητα ήταν ο ίδιος για τον οποίο "έπρεπε" να την χάσει: ο Ρασούλης είχε τη στόφα του δασκάλου. Ήξερε να εμπνέει εμπιστοσύνη  στον κόσμο και να μιλά εκ μέρους του. Αυτό που οι αντίπαλοί  του ήθελαν, και το έχουν καταφέρει, είναι ο κατακερμαστισμός του κοινωνικού ιστού και η διάλυσή του. Και η εξασθένιση της  παρουσίας ανθρώπων όπως ο Ρασούλης είναι μέρος του σχεδίου.
Γιατί χωρίς ηγετική προσωπικότητα, κοινωνία ανθρώπων δεν νοείται. Και η απουσία  δημόσιας φωνής σήμερα είναι ο λόγος που δεν μπορεί να υπάρξει έννοια κονότητας, σε ένα κόσμο όπου οι πάντες μιλούν και κανείς δεν ακούει.

Σωκράτης Παπαχατζής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου